
Πριν από είκοσι περίπου χρόνια, η χώρα μας κατακλύσθηκε αιφνιδιαστικά από το πρώτο κύμα μεταναστών της μεταπολεμικής της ιστορίας. Χιλιάδες γείτονές μας από την Αλβανία, εκμεταλλευόμενοι την πολιτική συνόρων που είχε επιλέξει η τότε κυβέρνηση μπήκαν χωρίς την παραμικρή διατύπωση στην Ελλάδα.
Η απουσία μεταναστευτικής πολιτικής σε συνδυασμό με την ενδημική παραοικονομία κατέστησαν για χρόνια τη χώρα μας πόλο έλξης παρανόμως εργαζομένων.
αντιμετωπίσουν την κατάσταση θέτοντας νέους κανόνες δεν απέδωσαν ουσιαστικά αποτελέσματα. Επεδίωκαν να αποκτήσουν έλεγχο της κατάστασης με μαζικές νομιμοποιήσεις-«σκούπα» όσων ζούσαν και εργάζονταν ήδη παράνομα στη χώρα, Την τακτική δε αυτή συνέχισε η προηγούμενη κυβέρνηση με δύο (2005 και 2007) μαζικές νομιμοποιήσεις που έγιναν αυτόματα και προσέθεσαν 150.000 νόμιμους μετανάστες στον ήδη υπάρχοντα πληθυσμό.
Μετά τις αυτόματες και μαζικές νομιμοποιήσεις, που υποχρέωσαν τα όργανα της Ε.Ε. στη συμπερίληψη της ρητής και αυστηρής αποδοκιμασίας τέτοιων επιλογών στο Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, στη χώρα μας σήμερα ζουν και εργάζονται νόμιμα περισσότεροι από μισό εκατομμύριο μετανάστες. Πολλές χιλιάδες από αυτούς ζουν ανάμεσά μας και εργάζονται κανονικά για δέκα και περισσότερα χρόνια, έχουν κάνει οικογένεια εδώ, έχουν αποκτήσει στέγη και περιουσία, ανταποκρίνονται ως επί το πλείστον με τυπικότητα στις φορολογικές και ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις και στέλνουν τα παιδιά τους στο ελληνικό σχολείο μαρτυρώντας έτσι το ολοένα και βαθύτερο ρίζωμά τους στην Ελλάδα.
Για αυτούς τους ανθρώπους, με το σημερινό καθεστώς, όσα χρόνια κι αν περάσουν δουλεύοντας, κινδυνεύουν ανά πάσα στιγμή να χάσουν την άδειά τους για τον ένα ή τον άλλο τυπικό λόγο, μεταπίπτοντας στην κατάσταση απόλυτου κοινωνικού αποκλεισμού που αντιμετωπίζει ένας αλλοδαπός που μόλις χθες εισήλθε παράνομα στη χώρα. Ακόμη χειρότερα, τα παιδιά τους μεγαλώνουν με την αγωνία ότι η ενηλικίωσή τους, θα σημάνει ενδεχομένως το πέρασμά τους στην παρανομία.
Ως πότε η Ελλάδα θα μπορεί να βαδίζει απερίσκεπτα; Ας αναλογιστούμε έστω μια στιγμή ποιες παραλυτικές συνέπειες έχει η παράταση της σημερινής κατάστασης στις ζωές όλων αυτών των ανθρώπων που συμβιώνουν νόμιμα, έντιμα και μακροχρόνια μαζί μας συμβάλλοντας στη γενική ευημερία του τόπου. Η απουσία ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο, μοιραία τους περιχαρακώνει σε άκαμπτες και εν δυνάμει επικίνδυνες αντιδράσεις. Ακόμη χειρότερα, όπως διαρκώς παρακολουθούμε και διεθνώς, η έλλειψη ελπίδας αφήνει στα παιδιά τους ένα κενό, που είναι θέμα χρόνου πότε θα το γεμίσει η πικρία και η οργή για αυτούς που τους στέρησαν την ελπίδα. Για πόσο άραγε θα στερούμε από τους ανθρώπους αυτούς τη δυνατότητα να έχουν λόγο στις αποφάσεις που παίρνουμε και τους αφορούν. Για πόσο ακόμη καιρό θα κρατάμε σε απόσταση τα παιδιά τους, που γεννήθηκαν μεγαλώνουν μέσα στο ελληνικό σχολείο, με μόνες προοπτικές το κοινωνικό περιθώριο ή την επιστροφή σε έναν τόπο που θα τους είναι πια ξένος; Κυρίως όμως πώς μπορούμε εμείς να ελπίζουμε σε ένα μέλλον ανάπτυξης και ευημερίας για την Ελλάδα σε συνθήκες ομαλής και ασφαλούς συμβίωσης αν δεν συμπεριλάβουμε στο εθνικό μας σχέδιο όσους συμβάλλουν μαζί μας δυναμικά σε αυτό με τον μόχθο τους και την προσωπική τους συνεισφορά.
Ως το ευρωπαϊκό κράτος δικαίου που φιλοδοξεί να είναι, η Ελλάδα έχει την υποχρέωση απέναντι στους πολίτες της να εγγυάται τόσο την ασφάλεια των συνόρων όσο και την κοινωνική συνοχή. Γι’ αυτό και το κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο για τη μετανάστευση (πρόγραμμα Χάγης, πρόγραμμα Στοκχόλμης), πέραν της ασφάλειας των ευρωπαϊκών συνόρων, υποδεικνύει δεσμευτικά για τα κράτη μέλη ως θεμελιώδη προτεραιότητα και χρηματοδοτεί την εντατική προώθηση της κοινωνικής ένταξης των νομίμων μεταναστών. Τους προσανατολισμούς αυτούς του κοινού ευρωπαϊκού συνταγματικού πολιτισμού επιδιώκει να υλοποιήσει με το μάτι στραμμένο στα εθνικά μας συμφέροντα και η πρόσφατη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης, που αποκλειστικά αφορά στους νόμιμους και μακροχρόνια διαμένοντες μετανάστες. Πρωτοβουλία που στην πραγματικότητα ενεργοποιεί προς όφελος της ελληνικής κοινωνίας τον δυναμισμό των μακροχρόνιων και νομίμων μεταναστών δίνοντάς τους με πειστικό αλλά συνετό τρόπο την ελπίδα για ισότιμη συμμετοχή στα κοινά με την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας, από τους ίδιους μεν μετά από εξατομικευμένη, διεξοδική και όχι αυτόματη κρίση σχετικά με τον πραγματικό βαθμό ένταξής τους, από τα παιδιά τους δε από τη γέννησή τους, ώστε το ελληνικό σχολείο να τα διαπαιδαγωγήσει ανεμπόδιστα όπως κάθε ελληνόπουλο.
Μόνη άλλωστε η διασφάλιση της ελπίδας αυτής για όσους μετανάστες είναι νόμιμοι είναι σε θέση να καλύψει τα νώτα της χώρας μας στο εσωτερικό της ενώ αναλαμβάνει δυναμικά τον αγώνα κατά της λαθρομετανάστευσης. Γιατί δεν μπορείς να σφραγίσεις τα σύνορα στα δίκτυα των διακινητών αν δεν έχεις ξεκαθαρίσει με απόλυτο τρόπο ότι την ελπίδα και την προοπτική μπορείς να την προσφέρεις μόνον σε όσους ζουν εδώ με νόμιμη άδεια. Η καταπολέμηση της λαθρομετανάστευσης και η εγγύηση της ασφάλειας και της κοινωνικής συνοχής είναι εθνικοί στόχοι που οι νόμιμοι μετανάστες συμμερίζονται απολύτως μαζί μας.
Η μεμψιμοιρία, η καταστροφολογία και η αυτοπεριχαράκωση, ήταν πάντα για τον ελληνισμό συνταγή εθνικής ήττας. Αντίθετα οι στιγμές της πραγματικής εθνικής ανάπτυξης στάθηκαν οι στιγμές που ο ελληνισμός ανοίχτηκε στην οικουμένη, αγκαλιάζοντας, μπολιάζοντας και οδηγώντας σε μια νέα ενότητα για το μέλλον κοινής μοίρας ανθρώπους.
To άρθρο του Υπ. Εσωτερικών δημοσιεύεται στη "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ" της Κυριακής








0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου