"Ξεχασμένα" δάνεια της Ελλάδας από το ΔΝΤ


«Ξεχασμένα» δάνεια της Ελλάδας από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κατά την περίοδο του 1974-1976 φέρνει στο φως έρευνα των «ΝΕΩΝ» που αποκαλύπτει πως δεν είμαστε εντελώς πρωτάρηδες στο συγκεκριμένο... σπορ.

Μπορεί η βοήθεια που έλαβε τότε η χώρα να ήταν υποπολλαπλάσια του.....σημερινού ποσού, όμως το επιτόκιο ήταν αρκετά υψηλότερο και η εξόφληση των δανείων διήρκεσε περίπου 7 χρόνια. Ωστόσο, όπως επισημαίνει και το ΔΝΤ σε πρόσφατη αναφορά του, «όλες οι υποχρεώσεις προς το Ταμείο εκπληρώθηκαν εντός των χρονικών ορίων».

Φθινόπωρο 1974. Οι αυξήσεις στην τιμή του αργού και στα εισαγόμενα προϊόντα πετρελαίου προκαλούν στο εμπορικό ισοζύγιο «άνοιγμα» 400 εκατομμυρίων δολαρίων. Ηδη από τις 17 Αυγούστου, ο υπουργός Συντονισμού Ξενοφών Ζολώτας είχε περιγράψει σε δραματικούς τόνους την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας. «Πρωταρχικός στόχος της οικονομικής πολιτικής της Κυβερνήσεως, παραλλήλως προς την εξασφάλισιν ετοιμότητος διά την εξυπηρέτησιν των εκτάκτων εθνικών αναγκών, διά την οποίαν δεν θα φεισθώμεν κόπων και θυσιών, είναι η τόνωσις της υγιούς οικονομικής δραστηριότητος και η διασφάλισις της νομισματικής ισορροπίας... Οι ανωτέρω στόχοι θα επιδιωχθούν διά συντονισμένου πλέγματος πιστωτικών και δημοσιονομικών μέτρων», είχε προειδοποιήσει.

Λιγότερο από έναν μήνα μετά, την Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 1974, διέρρεαν οι πρώτες πληροφορίες που έκαναν λόγο για δάνειο ύψους 130 εκατομμυρίων δολαρίων μόνο για το 1974, εκ των οποίων το 35% μπορούσε να εκταμιευθεί πολύ σύντομα και τα υπόλοιπα μέχρι το τέλος του χρόνου. Την προηγουμένη ο Ζολώτας είχε προχωρήσει σε δηλώσεις σχετικά με «δυτικογερμανικό ενδιαφέρον για επενδύσεις» και «χαμηλότοκο δάνειο 180 εκατομμυρίων μάρκων, το οποίο ανήκει στην κατηγορία των δανείων που η Δυτική Γερμανία προσφέρει μόνο στις υπανάπτυκτες χώρες, που έχουν κατά κεφαλήν εισόδημα μικρότερο των 1.000 δολαρίων». Επίσης, ανέφερε ότι εκτός από αυτήν τη «φιλική χειρονομία» δεν υπήρχαν μηχανισμοί παροχής μεγάλων δανείων με καλούς όρους: η προσφορά από την Ολλανδία, τη Γερμανία και το Βέλγιο για παροχή εγγυήσεων ώστε να βγει η Ελλάδα και να πάρει δάνειο από τις αγορές εξασφάλιζε επιτόκιο ύψους 12-13%, το οποίο δεν εθεωρείτο συμφέρον. Και τότε ο Ζολώτας μίλησε πρώτη φορά ανοιχτά για το ΔΝΤ: «Η Ελληνική Κυβέρνηση αναζητεί μεθόδευση προσφυγής στον διεθνή δανεισμό υπό συμφερώτερους όρους. Και νομίζω ότι θα υπάρξουν αρκετές ευκαιρίες προς αυτή την κατεύθυνση κατά την προσεχή μετάβασή μου στη σύνοδο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Ουάσιγκτον», είπε.

Η εκταμίευση. Δεν πρόλαβε να περάσει μία εβδομάδα και τα λόγια του Ζολώτα έγιναν πράξη: στις 18 Σεπτεμβρίου σε ανακοίνωσή του ο τότε διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Παναγιώτης Παπαληγούρας ανέφερε ότι «η χώρα λαμβάνει αμέσως 41 εκατομμύρια από το δάνειο των 130 εκατομμυρίων δολαρίων που προέρχεται από το ΔΝΤ», σύμφωνα πάντα με το τηλεγράφημα που του εστάλη την ίδια ημέρα από την Ουάσιγκτον. Τα υπόλοιπα θα έρχονταν σταδιακά έως τον Δεκέμβριο του 1974 από το ειδικό κονδύλιο «πετρελαϊκών διευκολύνσεων», το οποίο είχε σχηματιστεί από εισφορές χωρών που απέκτησαν συναλλαγματικά πλεονάσματα λόγω των ανατιμήσεων του αργού. Η συμφωνία που επετεύχθη, σύμφωνα με την κυβέρνηση εθνικής ενότητας, ήταν συμφέρουσα καθώς το επιτόκιο, όπως ανακοινώθηκε τότε, ήταν 7%- συγκεκριμένα, από τα στοιχεία του ΔΝΤ προκύπτει ότι το μέσο επιτόκιο ανήλθε σε 6,56%- και η διάρκεια του δανείου επτά χρόνια περιλαμβανομένης μίας τριετίας χάριτος. Το εγχείρημα θεωρήθηκε τόσο επιτυχημένο που κύκλοι της Τραπέζης της Ελλάδος άφηναν να διαρρεύσει ότι υπήρχε αισιοδοξία για επαναδανεισμό τον επόμενο χρόνο.

«Η διαδικασία για τη δανειοδότησή μας από το ΔΝΤ ήταν πολύ απλή και ήταν ανάλογη της ποσόστωσης που είχαμε. Εγινε έπειτα από συνεννόηση του υπουργείου Συντονισμού», θυμάται σήμερα ο κ. Δημήτρης Χαλικιάς, που εκείνη την περίοδο ως οικονομικός σύμβουλος, συνόδευε τον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος στα ταξίδια του στην Ουάσιγκτον. «Τότε τα πράγματα δεν ήταν όπως σήμερα: δεν επιβλήθηκαν μέτρα και δεν υπήρξε καμία αντίδραση από άλλα κόμματα. Βασική αιτία για να λάβουμε το δάνειο ήταν η πετρελαϊκή κρίση η οποία σε όλη την Ευρώπη αύξησε τον πληθωρισμό. Είχαμε πρόβλημα ισοζυγίου πληρωμών και υπήρξαν κάποιες περίοδοι κατά τις οποίες ήταν έντονο», λέει στα «ΝΕΑ» ο κ. Χαλικιάς που διορίστηκε διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος το 1984. Από το 1974 έως το 1976 η χώρα έλαβε συνολικά σχεδόν το 300% των δικαιωμάτων που είχε βάσει της ποσόστωσης. Σήμερα βέβαια λαμβάνει περίπου 3.200% των δικαιωμάτων που έχει επί των αποθεμάτων του Ταμείου.

Το 1974 η Ελλάδα είχε «βυθιστεί» στην ύφεση του 2%. Οπως αναφερόταν σε μνημόνιο του υπουργείου Εξωτερικών με ημερομηνία 4 Ιανουαρίου 1975, που βρίσκεται στο αρχείο του Ιδρύματος «Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής», το έλλειμμα του 1974 έφτανε τα 1,25 δισ. δολάρια ενώ για το τρέχον έτος προβλεπόταν αύξηση στα 1,4 δισ. - μόνο η αύξηση της τιμής του πετρελαίου στοίχιζε στη χώρα περί τα 400 εκατομμύρια δολάρια τον χρόνο. Γι΄ αυτό τον λόγο τονιζόταν ότι «η ελληνική κυβέρνηση αισθάνεται πως η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα μπορούσε να βοηθήσει με τους ακόλουθους τρόπους: α) θα μπορούσε να αναλάβει ένα σημαντικό μέρος της συντήρησης του αμυντικού εξοπλισμού της Ελλάδας... β) θα μπορούσε να χορηγήσει οικονομική βοήθεια καθώς και ειδική βοήθεια με τη χρηματοδότηση εξοπλισμού, υλικών και αγροτικών προϊόντων μέσω της Τράπεζας Εξαγωγών- Εισαγωγών... γ) θα μπορούσε να ασκήσει όλη της την επιρροή σε διάφορους διεθνείς οργανισμούς, όπως για παράδειγμα η Παγκόσμια Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προκειμένου να χορηγήσουν σημαντικά δάνεια με ευνοϊκούς όρους στην Ελλάδα. Ειδικότερα, οι πετρελαϊκές διευκολύνσεις θα μπορούσαν να χορηγηθούν στην Ελλάδα από το ΔΝΤ σε σημαντικά μεγαλύτερη κλίμακα απ΄ ό,τι το 1974».

«Να μεσολαβήσουν οι ΗΠΑ για μεγαλύτερα δάνεια»
Ετσι κι έγινε: σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου έως και το 1976 η χώρα μας έλαβε 386 εκατομμύρια SDR, μονάδα αξίας του Ταμείου που ισοδυναμεί με 579 εκατομμύρια δολάρια σε σημερινές τιμές. Πέρα από την κάλυψη του ελλείμματος λόγω της αύξησης των τιμών του πετρελαίου, σε πρόσφατη αναφορά του ΔΝΤ επισημαίνεται ότι τα χρήματα αυτά χρησιμοποιήθηκαν για να διευκολυνθούν «δημοσιονομικές και νομισματικές πολιτικές, καθώς οι αρχές επεδίωκαν ένα καθεστώς πιο ευέλικτων συναλλαγματικών ισοτιμιών και εφάρμοσαν συγκράτηση μισθών για να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα στο εξωτερικό».

Σε αντίθεση με αυτά που ισχυρίζεται το Ταμείο, έρχονται τα στοιχεία από απολογιστικά υπομνήματα του Γ.Ε. Οικονόμου, οικονομικού συμβούλου του Κωνσταντίνου Καραμανλή, για την πορεία της οικονομίας την περίοδο 1975-1979. «Ο δημόσιος τομέας ακολουθεί επεκτατική πολιτική. Αποτέλεσμα αυτού είναι η ενίσχυση της ζητήσεως και των πληθωριστικών πιέσεων στην οικονομία. Το έλλειμμα του κρατικού τομέα αυξήθηκε κατά 16,8% το 1978 έναντι 14,4% το 1977» έγραφε ο Οικονόμου. Μάλιστα, σε απόρρητο έγγραφο του υποδιοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος για τις εκτιμήσεις του εξωτερικού χρέους του 1978 αναφερόταν ότι οι πιστωτικές διευκολύνσεις του ΔΝΤ ανέρχονταν σε 242,4 εκατομμύρια δολάρια. Ο Οικονόμου στα υπομνήματά του εξηγούσε ότι η μέση αμοιβή των μισθωτών στον δημόσιο τομέα κατά την 4ετία 1975-1978 αυξήθηκε κατά 111,1% και των συντάξεων κατά 95,4%, ενώ ο τιμάριθμος προσέγγιζε το 62%. «Οι αμοιβές των εργαζομένων αυξήθηκαν με υψηλότερο ρυθμό απ΄ όσο επιτρέπει η άνοδος της παραγωγικότητας και δικαιολογεί η αύξηση των τιμών», επεσήμαινε. Κι όσο για τις εισαγωγές πετρελαίου που προκαλούσαν το έλλειμμα των 400 εκατομμυρίων δολαρίων τον χρόνο στο εμπορικό ισοζύγιο; Από τα στοιχεία του οικονομικού συμβούλου του τότε πρωθυπουργού φαίνεται ότι ενώ η αξία των εισαγωγών αργού και προϊόντων πετρελαίου ανερχόταν το 1975 σε 680 εκατομμύρια, ξεπέρασε τα 1,31 δισ. δολάρια το 1979. «Ολες οι ευρωπαϊκές χώρες πήραν τότε αντιπληθωριστικά μέτρα, όπως είναι η περικοπή των δημοσιονομικών επεκτάσεων. Η Ελλάδα δεν έλαβε κάποια μέτρα», αναφέρει σήμερα στα «ΝΕΑ» ο κ. Χαλικιάς.

Σύμφωνα με στοιχεία του ΔΝΤ, τα δάνεια που πάρθηκαν την περίοδο 1974-1976 αποπληρώθηκαν τον Νοέμβριο του 1982. «Οι δόσεις του ΔΝΤ ήταν καταγεγραμμένες και περιλαμβάνονταν στις συνολικές υποχρεώσεις του Δημοσίου, τις οποίες ένας υπουργός δεν γνωρίζει σε λεπτομέρεια. Φροντίσαμε τότε να πληρώσουμε όλες τις καταγεγραμμένες υποχρεώσεις μας και... κάποιες ακόμα ύψους 250 δισ. δραχμών τις οποίες ανακαλύψαμε κατόπιν απογραφής», λέει στα «ΝΕΑ» ο κ. Μανόλης Δρεττάκης, υπουργός Οικονομικών στην πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ που παρέλαβε το υπουργείο από τον κ. Εβερτ.

ΤΑ ΝΕΑ .
Share/Save/Bookmark

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts with Thumbnails