Σε δύο κατευθύνσεις στρέφει την έρευνά της η εξεταστική επιτροπή της Βουλής για τα δομημένα ομόλογα, καθώς σύμφωνα με πληροφορίες στη δικογραφία έχουν φτάσει στοιχεία που αποδεικνύουν τον σχεδιασμό που έγινε ώστε να φτάσουν τα «τοξικά» προϊόντα στα ασφαλιστικά ταμεία, ενώ φαίνεται πως από τη διαδρομή του σύνθετου ομολόγου στο εξωτερικό υπήρξαν «μίζες» -που όπως εκτιμούν βουλευτές- αποτελούν «ισχυρές ενδείξεις» για μαύρο πολιτικό χρήμα.
Η έρευνα στρέφεται στο κομμάτι του πρώτου πορίσματος Ζορμπά που αφορά το δομημένο ομόλογο των 280 εκατ. ευρώ που κατέληξε στο ΤΕΑΔΥ και ειδικότερα στη σύμβαση swap (ανταλλαγής επιτοκίων) που είχε συνάψει το ελληνικό δημόσιο με τη JPMorgan, ενώ καλά πληροφορημένες πηγές έλεγαν στο «Εθνος» ότι αναζητούν την ύπαρξη «δίδυμης» σύμβασης swap. Σύμφωνα με το πόρισμα, η JP Morgan πούλησε το ομόλογο στη North Asset Management (NAM) συμφερόντων Γ. Παπαμαρκάκη, στο 92,95% της ονομαστικής αξίας και εισέπραξε περί τα 260 εκατ. ευρώ.
Η διαφορά, σύμφωνα με βουλευτές που μετέχουν στην εξεταστική επιτροπή, των περίπου 20 εκατ. ευρώ αποτελεί «μυστήριο» και δεν αποκλείουν πίσω από το ποσό αυτό να κρύβεται «ύποπτη προμήθεια». Υπενθυμίζεται ότι η ΝΑΜ πούλησε στη συνέχεια το ομόλογο στη γερμανική τράπεζα Hypo στο 99,9%, με κέρδος δηλαδή 19,4 εκατ. ευρώ (ήταν η προμήθεια που έψαχνε ο Γ. Ζορμπάς στα νησιά Κεϊμάν), η Hypo στην «Ακρόπολις» του Σ. Πρινιωτάκη στο 99,95% με κέρδος 140.000 ευρώ και η τελευταία στα ασφαλιστικά ταμεία στην πλήρη ονομαστική αξία των 280 εκατ. ευρώ, ενώ πήρε και «προμήθεια» από τη ΝΑΜ 8,4 εκατ. ευρώ.
Ο πρώην πρόεδρος της Αρχής για το ξέπλυμα «βρώμικου» χρήματος στη σελίδα 19 του πορίσματος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το κέρδος της JP Morgan ήταν υψηλό, λόγω των οικονομικών όρων που προέβλεπε η σύμβαση (swap), οι όροι της οποίας έγιναν δεκτοί από το υπουργείο Οικονομικών.
«Υψηλό» κέρδος
«Υψηλό» σημειώνει χαρακτηριστικά «υπήρξε το κέρδος της ανάδοχης JP Morgan ως προς την οποία, συμφώνως προς την αποτίμηση μαρτύρων και σύμφωνα με τα κατατεθέντα στη Βουλή από τον εμφανισθέντα στην οικεία επιτροπή αυτής εκπρόσωπο της JP Morgan, η αρχική αξία του τίτλου κατά ποσοστό της ονομαστικής αξίας δεν υπερέβαινε το 87% αυτής... Η αποτίμηση απαιτεί υψηλή οικονομοτεχνική μεθοδολογία, η οποία μπορεί μεν να μην είναι εφικτό να προσδιοριστεί από την Τράπεζα της Ελλάδος, αλλά ήταν αρχικώς εφικτό να γίνει εκ μέρους της JP Morgan, ώστε να έχει την ευχέρεια πωλήσεως του ομολόγου σε ποσοστό 92,95% της ονομαστικής του αξίας».
Παράλληλα, ο κ. Ζορμπάς επιρρίπτει ευθύνη στο υπουργείο Οικονομικών για τους χειρισμούς της υπόθεσης, αφήνοντας αιχμές ότι διευκόλυνε την ξένη επενδυτική τράπεζα. «Και ασφαλώς» επισημαίνει «οι όροι του συμβατικού κειμένου υπολογισμού των επιτοκίων, που απέδιδαν την προκειμένη οικονομική ωφέλεια της ανάδοχης τράπεζας, που υπεβλήθησαν την 6-2-2007 στο υπουργείο Οικονομικών και έγιναν δεκτοί με τη σύμφωνη επ’ αυτών γνώμη του γ.γ Γ. Κουρή, πρέπει να ήσαν γνωστοί, έστω κατόπιν μελέτης, στην υπηρεσία του υπουργείου, αφού είναι ανεπίτρεπτη η υπόθεση περί υπάρξεως υπηρεσιακής αβελτηρίας και προχειρότητας επί τόσο σοβαρού θέματος».
Σε άλλο σημείο του πορίσματος (σελ. 11) αναφέρει ότι ο κ. Κουρής «εσημείωσε ιδιοχείρως τη σύμφωνη γνώμη του μετά της υπογραφής του».
Τέλος, «καρφώνει» την τότε ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, λέγοντας ότι «σαφής ήταν η γνώση περί της υπάρξεως του προκειμένου σημαντικού οφέλους της ανάδοχης τράπεζας» και ότι «σαφής επίσης ήταν η γνώση των παραγόντων του υπουργείου Οικονομικών περί της εμπορικής διαδρομής του ομολόγου στην αλλοδαπή».
Λευτέρης Γαλανός
galanos@parliament.gr
Ανοιγμα λογαριασμών για Siemens
Ανάγκη το αίτημα δικαστικής συνδρομής
Αιτήματα δικαστικής συνδρομής χρειάζονται για τη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων και πολλές φορές και για το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών στο εξωτερικό, ενώ συχνά δεν αρκεί από μόνη της η παρέμβαση, ή το σχετικό αίτημα που υποβάλλει η Επιτροπή για το «ξέπλυμα χρήματος».
Η ανάγκη υποβολής αιτημάτων δικαστικής συνδρομής από τις αρμόδιες δικαστικές ή εισαγγελικές αρχές προέκυψε πρόσφατα κατ’ επανάληψη και στην υπόθεση της Siemens, κατά το στάδιο διερεύνησης λογαριασμών που θα έπρεπε να εντοπιστούν και να δεσμευθούν (π.χ. του Μ. Χριστοφοράκου), καθώς οι απαντήσεις που πήρε η ελληνική επιτροπή από τις αντίστοιχες ξένες, είτε δεν ήταν ικανοποιητικές είτε υποδείκνυαν ότι χρειάζεται να υποβληθεί επίσημα αίτημα δικαστικής συνδρομής.
Η δεδομένη αυτή πρακτική, που προκύπτει και από σχετική αλληλογραφία της Επιτροπής για το ξέπλυμα, με την Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής για τη Siemens, αλλά και με τις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές, ουσιαστικά επιβεβαιώνει όσα υποστήριξε την περασμένη εβδομάδα στη Βουλή για τα δομημένα ομόλογα ο πρώην πρόεδρος της τότε Ανεξάρτητης Αρχής για το ξέπλυμα Γ. Ζορμπάς, σχετικά με το ότι του υποδείχθηκε από βρετανικής πλευράς ότι πρέπει οι ελληνικές δικαστικές αρχές να υποβάλουν αίτημα δικαστικής συνδρομής για να δεσμευτούν λογαριασμοί του κατηγορουμένου στην υπόθεση Γ. Παπαμαρκάκη. Ο Γ. Ζορμπάς επανέλαβε, όπως έχει πει από το 2008, ότι έθεσε το ζήτημα στον τότε υπουργό Δικαιοσύνης Αν. Παπαληγούρα και στον τότε Εισαγγελέα ΑΠ Γ. Σανιδά, που ωστόσο διαψεύδει ότι υπήρξε μεταξύ τους τέτοια επικοινωνία.
Σύμφωνα με πληροφορίες, πρόσφατα η Επιτροπή για το «ξέπλυμα» ζήτησε από τις εισαγγελικές αρχές, έπειτα από αίτημα της Εξεταστικής της Βουλής, να ερευνηθούν οι λογαριασμοί του Μ. Χριστοφοράκου για να δεσμευθούν υπέρ του Δημοσίου. Κάποιες από τις χώρες απάντησαν στην πρώτη κρούση της Επιτροπής αρνητικά, ενώ άλλες θέλησαν να μάθουν πώς μπορεί να ανακατεύονται στο όλο ζήτημα και άλλες ξεκαθάρισαν ότι χρειάζεται να γίνει αίτημα δικαστικής συνδρομής.
Κατά τις ίδιες πληροφορίες, επιφυλακτικές απαντήσεις έχουν δοθεί και σε άλλες πληροφορίες που έχουν ζητηθεί από την αντίστοιχη επιτροπή των ΗΠΑ για το ξέπλυμα χρήματος, με την επισήμανση ότι για την παροχή πληροφοριών στο πλαίσιο συνεργασίας (που αφορά την FATF, τον διεθνή φορέα για το ξέπλυμα) κάποιες χώρες, όπως οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Ελβετία κ.ά., απαιτούν τη διαδικασία της δικαστικής συνδρομής (ή και την προηγούμενη έκδοση δικαστικής απόφασης). Λόγω των σχετικών απαντήσεων που δόθηκαν από ομόλογες επιτροπές των χωρών αυτών, έχει κινηθεί μέσω της Εισαγγελίας Εφετών η διαδικασία διαφόρων αιτημάτων δικαστικής συνδρομής, για τα οποία έχει ενημερωθεί και η Βουλή.
Σημειώνεται, πάντως, ότι ο όγκος των πληροφοριών για λογαριασμούς και άλλα περιουσιακά στοιχεία που ζητούνται από την ελληνική επιτροπή για το ξέπλυμα, ξεπερνούν τις δυνατότητες της ελλιπούς στελέχωσής της (καθώς χρειάζεται γενναία ενίσχυση), ενώ πολύ συχνά χρειάζονται προσπάθειες συνεχείς και αργόσυρτες για να δοθούν στοιχεία και απαντήσεις από το εξωτερικό.
Αλ. Αυλωνίτης ΕΘΝΟΣ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου