Οδός Εβρέν 11

του Παύλου Τσίμα

Περπατώ στην οδό Κενάν Εβρέν. Το λέει και η ταμπέλα στη γωνία του δρόμου. Kenan Evren cadesi. Υπάρχουν πολλοί δρόμοι με αυτό το όνομα στην Τουρκία. Υπάρχουν και σχολεία. Και μια ολόκληρη λεωφόρος στην Μαρμαρίδα. Είναι σαν να υπήρχε μια οδός Παττακού, κάθετος στην Τσιμισκή ή μια Λεωφόρος Γ. Παπαδοπούλου στην Σπάρτη ή ένα Λύκειο Ιωαννίδη στην Λαμία. Ο Εβρέν, υπενθυμίζω, ήταν ο επικεφαλής του στρατιωτικού πραξικοπήματος του 1980, στην Τουρκία, του τρίτου πραξικοπήματος στην νεότερη ιστορία της χώρας, που άφησε πίσω του πενήντα επισήμως εκτελεσμένους δι απαγχονισμού, εκατοντάδες νεκρούς από βασανιστήρια κι ένα Σύνταγμα που συντάχθηκε για να εξασφαλίζει την προστασία του κράτους από τους πολίτες του, από τον «εχθρό λαό» και που, κατά βάσιν, ισχύει ακόμη.


Τριάντα χρόνια μετά το πραξικόπημα, με δεκάδες εκλογές να έχουν μεσολαβήσει, και οκτώ χρόνια μετά την άνοδο στην εξουσία της αντί-κεμαλικής παράταξης, τα ίχνη της δικτατορίας είναι ακόμη παρόντα στην καθημερινή ζωή της χώρας, στην νοοτροπία των στρατηγών της και στις αποφάσεις του Συνταγματικού της Δικαστηρίου. Είναι σαν η μεταπολίτευση που σ’ εμάς διήρκεσε ένα βράδυ, άντε μερικούς μήνες, εκεί να γίνεται σταγόνα-σταγόνα, γιαβάς-γιαβάς, και να διαρκεί δεκαετίες.

Έτυχε να είμαι εκεί, αυτόπτης μάρτυς, όταν άρχιζαν όλα αυτά. Έκανα το πρώτο μου ταξίδι στην Τουρκία την άνοιξη του 1980. Οι φίλοι που με φιλοξένησαν το πρώτο βράδυ στην Πόλη, μου είπαν τα πρωί ότι ένας δικός τους είχε σκοτωθεί από πυρά γκρίζων λύκων έξω από το Πανεπιστήμιο, εκείνη τη νύχτα. Ο στρατιωτικός νόμος είχε αρχίσει ήδη να επιβάλλεται σε πολλές περιοχές. Στην Σμύρνη, όχι ακόμη. Φθάσαμε με χίλιες προφυλάξεις. Στο πάρκο της πόλης είχε οργανωθεί ένα μεγάλο συλλαλητήριο κατά της στρατιωτικής δικτατορίας, που όλοι περίμεναν, από μέρα σε μέρα. Με είχαν καλέσει να χαιρετίσω την συνάθροιση ως (αυθαιρέτως ορισθείς) εκπρόσωπος της ελληνικής νεολαίας. Μίλησα κι έφυγα, πριν τελειώσει το συλλαλητήριο, με ένα αυτοκίνητο που έτρεχε με 120 χιλιόμετρα μέσα στη νύχτα, για να αποφύγουμε κακά συναπαντήματα. Δεν θυμάμαι τι είπα, εκτός από μια φράση κλισέ που είχα φυλάξει για το τέλος του χαιρετισμού, που την είχα διαβάσει κάπου, στον Κεμάλ ή τον Νεσίν, πως η ειρήνη στο Αιγαίο δεν θα έρθει μέχρι η αληθινή δημοκρατία να θριαμβεύσει και στις δύο του όχθες. Κάτι τέτοιο.


Τριάντα χρόνια αργότερα, δεν έχω τις αυταπάτες που είχα τότε, για πολλά πράγματα που τότε ήμουν σίγουρος τώρα απλώς αμφιβάλλω, αλλά αυτό το τετριμμένο κλισέ το πιστεύω ακόμη για σωστό. Κάθε βήμα προς την δημοκρατία, που κάνει η Τουρκία, το νιώθω σαν δική μου νίκη. Όχι μόνον γιατί αφορά φίλους παλιούς, που τους αγαπώ ακόμη και ζουν εκεί πάντα. Αλλά και γιατί πιστεύω ακόμη πως η δημοκρατία στην Τουρκία είναι συνθήκη αναγκαία (αλλά όχι επαρκής) για την ειρήνη στην γειτονιά. Αναγκαία- χωρίς αυτήν δεν γίνεται. Αλλά όχι επαρκής- από μόνη της δεν αρκεί.


Παρακολούθησα το δημοψήφισμα της περασμένης Κυριακής στην Άγκυρα. Αν δει κανείς τα 26 άρθρα του συντάγματος του Εβρέν που αναθεωρούνται είναι δευτερεύοντα, ασήμαντα ή η αλλαγή τους ημιτελής. Η αναθεώρηση δεν συνιστά Μεταπολίτευση. Τότε γιατί έγινε τόση φασαρία, προκλήθηκε τέτοια πόλωση, θεωρήθηκε ιστορική η στιγμή; Πολύ απλά, επειδή η αναθεώρησή τους έχει μια μεγάλη συμβολική αξία: για πρώτη φορά η εκλεγμένη Βουλή και η Κυβέρνηση που έχει την εμπιστοσύνη της, διεκδικούν το δικαίωμα να αγγίξουν τις ιερές αγελάδες του καθεστώτος, τις ηγεσίες του στρατού και της δικαιοσύνης.


Η ιστορία, φυσικά, δεν τελείωσε. Αλλά για όσους αναρωτιούνται πώς μπόρεσε ο Ερντογάν να βάλει ένα τέτοιο αδιανόητο στοίχημα και να το κερδίσει, πώς η σιωπηλή, υποταγμένη Τουρκία βρήκε την δύναμη να βγάλει την γλώσσα στους αφέντες της, έχω μιαν απάντηση. Με μιαν εικόνα.


Τρίτη πρωί, στο ξενοδοχείο μου στην Πόλη, η αίθουσα του πρωινού έχει καταληφθεί από ένα πλήθος που δεν έχω ξαναδεί σε ξενοδοχείο. Οικογένειες με χοντρές μαντηλοφορούσες μαμάδες, μουστακοφόρους μπαμπάδες και φωνακλάδικα παιδιά, απολαμβάνουν το πρωινό, απαγορεύοντας, στην πράξη στους υπολοίπους να πλησιάσουν. Είναι η αληθινή Τουρκία, η Τουρκία της Ανατολίας, μέχρι πρόσφατα σιωπηλή και αθέατη, κλεισμένη στην φτώχεια της, που ξαφνικά, απελευθερωμένη, εύπορη, αποκτά πρόσβαση σε δάνεια και κρατικούς διαγωνισμούς, διαμορφώνει μια νέα μεσαία τάξη και διεκδικεί, τι νομίζει ότι της ανήκει. Αυτοί είναι οι φανατικοί ψηφοφόροι του Ερντογάν. Και είναι η πλειοψηφία. Κι από την στιγμή που κάποιος (δηλαδή, η παγκοσμιοποίηση, η απελευθέρωση των τραπεζών, η ελεύθερη ροή μουσουλμανικού χρήματος κλπ) τους έδωσε το δικαίωμα, και την δύναμη να μιλούν, δεν πρόκειται πια να σωπάσουν.
Σε καλό να μας βγει…

protagon.grShare/Save/Bookmark

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts with Thumbnails